Του Κώστα Χρυσογόνου (Καθηγητή Συνταγματολόγου)
"Το πρώτο άρθρο του ν. 3845/2010 περιγράφει το ιστορικό της δημιουργίας του «μηχανισμού στήριξης». Στην §4 εξουσιοδοτείται συλλήβδην ο Υπ. Οικονομικών να υπογράφει μνημόνια και συμβάσεις με την προσθήκη ότι αυτά θα εισάγονται στη Βουλή για κύρωση. Πέντε (!) μόλις ημέρες μετά τη δημοσίευση του ως άνω νόμου, ήρθε ο ν. 3847/2010 με ένα και μόνο άρθρο να ανατρέψει τα πάντα, ορίζοντας ότι οι συμβάσεις και τα μνημόνια εισάγονται στη Βουλή όχι για κύρωση, αλλά για «συζήτηση και ενημέρωση» (ως εάν να επρόκειτο όχι για το νομοθετικό σώμα, αλλά για λέσχη συζητήσεων ή για καφενείο) και ακόμη ότι «ισχύουν και εκτελούνται από της υπογραφής τους».
Τελείως αντισυνταγματικώς αφού έτσι διεθνής παραστάτης του κράτους καθίσταται ο Υπουργός Οικονομικών αντί του Προέδρου της Δημοκρατίας. Κάτι τέτοιο όμως δεν θα ήταν πια γενική νομοθετική εξουσιοδότηση ή νόμος-πλαίσιο, αλλά κράτος έκτακτης ανάγκης.
Τα δύο τρέχοντα σε βάρος μας Μνημόνια συνιστούν έναν εκ των προτέρων καθορισμό πάσης πολιτικής της χώρας. Ισοδυναμούν με εκχώρηση της αρμοδιότητας χάραξης και εφαρμογής της οικονομικής, δημοσιονομικής και κοινωνικής πολιτικής της χώρας. Η ελληνική κυβέρνηση και το κοινοβούλιο τίθενται υπό τον άμεσο έλεγχο της Τρόϊκα, αφού κάθε μη συμμόρφωση θα συνεπάγεται τη μη εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου και άρα την παύση πληρωμών του ελληνικού δημοσίου. Πρόκειται επομένως για de facto εκχώρηση της εξωτερικής οικονομικής κυριαρχίας της χώρας.
Εντελώς διαφορετική από εκείνη των Μνημονίων είναι η νομική φύση της από 8.5.2010 διεθνούς σύμβασης δανειακής διευκόλυνσης μεταξύ αφενός της Ελλάδας ως δανειολήπτη και αφετέρου κρατών της ευρωζώνης και του γερμανικού πιστωτικού ιδρύματος Kreditanstalt fuer Wiederaufbau (υπό την εγγύηση του κράτους της Γερμανίας). Σύμφωνα με το άρθρο 14 § 5 «ο Δανειολήπτης αμετάκλητα και άνευ όρων παραιτείται από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά τον ίδιο ή τα περιουσιακά του στοιχεία. Ως εφαρμοστέο δίκαιο συμφωνήθηκε να είναι το Αγγλικό (!) και αποκλειστικά αρμόδιο δικαστήριο το Δικαστήριο της Ένωσης στο Λουξεμβούργο. Κινδυνεύουν δηλαδή ακατάσχετα δημόσια πράγματα όπως π.χ. ο οπλισμός και οι εγκαταστάσεις των ενόπλων δυνάμεων, τα κτίρια οργάνων του κράτους, απαιτήσεις ή χρηματικά διαθέσιμα για τη μισθοδοσία του προσωπικού.
Τέτοιες διατάξεις ουδαμώς θα μπορούσαν θεμιτά να θεσπισθούν, διότι θίγουν πρόδηλα τις βάσεις του δημοκρατικού πολιτεύματος, ούτε καν με αναθεώρηση του Συντάγματος κατά το άρθρο 110 Συντ.
Η απώλεια της πιστοληπτικής μας ικανότητας είχε αρχίσει να διαφαίνεται στα τέλη του 2009 και γενικεύθηκε τον Απρίλιο του 2010. Ο «λόγος τιμής» της Ελληνικής Δημοκρατίας, ότι θα πληρώσει τα δάνεια της, έχει παύσει να γίνεται πιστευτός.
Ο “μηχανισμός στήριξης» είναι ψευδεπίγραφος. Στην πραγματικότητα πρόκειται για εξασφάλιση των αλλοδαπών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οι ξένες τράπεζες απαλλάσσονται από τη διακινδύνευση του να έχουν απέναντί τους ως οφειλέτη ένα κυρίαρχο κράτος (το λεγόμενο sovereign risk), και το τελευταίο βρίσκεται πια αντιμέτωπο, για μεγάλο μέρος του χρέους του, με άλλα κράτη. Ο «μηχανισμός» αποσκοπεί λοιπόν στην ασύμμετρη ικανοποίηση των δανειστών του de facto πτωχευμένου ελληνικού δημοσίου. Οι δανειστές σε χρήμα ικανοποιούνται στο ακέραιο, τόσο για το κεφάλαιο όσο και για τους τόκους.
Αντίθετα οι «δανειστές» σε είδος, δηλ. αυτοί οι οποίοι έχουν πιστώσει το κράτος με την εργασιακή τους δύναμη (δημόσιοι υπάλληλοι, συνταξιούχοι, φορολογούμενοι) επωμίζονται όλο το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής. Το πιθανότερο πάντως είναι ότι το πρόγραμμα θα ναυαγήσει νωρίτερα, οι μη ρεαλιστικοί στόχοι θα καταρρεύσουν, η Τρόικα θα ζητά νέα μέτρα και το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα βρεθεί σε πλήρη αδυναμία ν’ ανταποκριθεί σ’ αυτά.
Πιθανότατα η αναδιάρθρωση να αποδειχθεί αναπόφευκτη, με τη μορφή της χρονοκαθυστέρησης (αντικατάσταση ομολόγων που λήγουν με νέα αντί για πληρωμή τους σε μετρητά). Αντίθετα μείωση του καταβλητέου ποσού (το λεγόμενο haircut), απαιτεί συναινετική βάση.
Το κυριότερο ζήτημα σε σχέση με τον μηχανισμό «στήριξης» είναι το πώς φθάσαμε έως το σημείο αυτό του εθνικού εξευτελισμού. Κάνοντας μια πολύ σύντομη ανασκόπηση, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε ότι οι βουλευτικές εκλογές του 2009 ήταν διαφορετικές από όλες τις προηγούμενες.
Έως τώρα η κυβέρνηση προκαλούσε τη διάλυση της Βουλής και την προσφυγή στις πρόωρες κάλπες, επικαλούμενη «εθνικό θέμα» κατά το άρθρο 41 § 2 του Συντάγματος.
Αυτό συνέβη το 1977, το 1985, το 1996, το 2000 και το 2007, με αποτέλεσμα την ανανέωση της λαϊκής εντολής. Μόνο το 1993 οι πρόωρες εκλογές έφεραν την κυβερνητική αλλαγή, αλλά τότε η ΝΔ είχε ήδη χάσει την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία. Αντίθετα με τις εκλογές του 2009 διεξήχθησαν, η κυβερνώσα ΝΔ μετά από οδυνηρή ήττα στις ευρωεκλογές, προχώρησε σε σχεδόν ηθελημένη μεταβίβαση της εξουσίας.
Ζήσαμε περίπου μια επανάληψη του γαλλικού 1789 (!). Τότε ο Λουδοβίκος 16ος, μη μπορώντας να αντιμετωπίσει τα χρέη που ο ίδιος είχε προκαλέσει επιχείρησε μια ελεγχόμενη παράδοση της πολιτικής εξουσίας στους ευγενείς. Οι επαναστατικές εξελίξεις απέδειξαν πως τέτοιου είδους μεταβιβάσεις σε περιόδους οικονομικής κατάρρευσης εμπεριέχουν σοβαρό κίνδυνο συνολικής ανατροπής του συστήματος.
Το 2009 λοιπόν η ΝΔ έχοντας οικτρά αποτύχει προειδοποιούσε ότι έχουμε εισέλθει σε επικίνδυνο δρόμο και ότι είναι δραματικά αναγκαία τα σκληρά μέτρα. Αντίθετα, το ΠΑΣΟΚ διακήρυττε ότι χρήματα υπάρχουν και υποσχόταν ότι θα διασφαλίσει το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων με αυξήσεις πάνω από τον πληθωρισμό, με «πράσινη ανάπτυξη» κ.ά. Οι υποσχέσεις εκείνες έγιναν αθρόα πιστευτές όμως ο νέος πρωθυπουργός σύντομα αναδιπλώθηκε, εξαγγέλοντας μια οικονομική πολιτική εξίσου σκληρή με εκείνη που είχε θεωρήσει απαραίτητη ο προκάτοχός του. Λίγο αργότερα ήρθαν τα χειρότερα, με την προσφυγή στον «μηχανισμό στήριξης» και την υπογραφή των Μνημονίων. Για όλα αυτά αποφάσισε ο ίδιος, χωρίς καν προηγούμενη συζήτηση και ψηφοφορία σε έκτακτο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, κατά πρόδηλη παραβίαση του καταστατικού και της εσωκοματικής δημοκρατίας από τον κληρονομικό ηγεμόνα του.
Το κυρίως δυστύχημα είναι ότι η κυβερνητική πολιτική δεν προσδιορίζεται από εσωτερικούς θεσμούς. Έτσι η δημοκρατία καταντά να υφίσταται κατ’ επίφαση. Η λαϊκή κυριαρχία κάμπτεται ενόψει της δημοσιονομικής χρείας, και το δημόσιο συμφέρον που μονοπωλείται από τους «επαΐοντες» πολιτικούς γίνεται εργαλείο λοβοτομής της λαϊκής βούλησης.
Έτσι η πολιτική «τάξη» έχει πια αναλάβει ένα διπλό ρόλο. Ως διαφθορέας του ελληνικού λαού εξασφαλίζει τον πελατειακό εξανδραποδισμό του, και κατόπιν ως σωτήρας στο έπος της δημοσιονομικής εσχατολογίας εξαγγέλει την δήθεν λύτρωσή του από την κατάρρευση, δοθέντος ότι αμάχητα ο ελληνικός Τιτανικός θα συγκρουσθεί με το παγόβουνο του χρέους.
Σύντομα οι Έλληνες θα υποχρεωθούνσε ένα επίπεδο κατανάλωσης αγαθών σημαντικά χαμηλότερο από εκείνο της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Μετά την ψευδοευημερία, το ίδιο σύστημα επιχειρεί εκ νέου να εμπορευθεί το ψεύδος της «στήριξης» και της σωτηρίας της χώρας, προκειμένου να αποφύγει το πικρό ποτήρι της άμεσης αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους προκειμένου να παρατείνει έστω και για λίγο τον δικό του βίο.
Η υπέρβαση της κρίσης είναι ανέφικτη μέσα στα πλαίσια του υπάρχοντος πολιτικού μας συστήματος. Η υπέρβαση της κρίσης προϋποθέτει την εμφάνιση δημοκρατικά οργανωμένων κομμάτων αρχών, την εξαφάνιση του πολιτικού δυναστισμού.
Προϋποθέτει ακόμη την καθολική ανανέωση της πολιτικής τάξης. Προϋποθέτει επίσης, σε κοινωνικό επίπεδο, μια ριζική αλλαγή των αντιλήψεων και νοοτροπιών του κοινωνικού σχηματισμού. Η ελληνική κοινωνία χρειάζεται έμφαση στην εργασία και την παραγωγικότητα και όχι στη θεσιθηρία και τον άμετρο καταναλωτισμό. Η υπέρβαση της κρίσης προϋποθέτει τελικά μια συνολικότερη αλλαγή στον πολιτικό μας πολιτισμό."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου