Ο Σεφέρης θεωρούσε ότι ο Μακρυγιάννης θα ήταν ο μεγαλύτερος νεοέλληνας πεζογράφος, «αν δεν υπήρχε ο Παπαδιαμάντης».
Από το βάθος των αιώνων λοιπόν ο Αχιλλεύς, ο Αλέξανδρος, ο Λεωνίδας με την γραφίδα του Μακρυγιάννη δίνουν πληρωμένη απάντηση και στους Γερμανούς, αλλά και στους δικούς μας πράσινους Γερμανοτσολιάδες.
Την απάντηση που θα έδινε ένας Ελληνας Πρωθυπουργός. Ενας …. Ελληνας Πρωθυπουργός!
“Εγώ” κι’ απλό στρατιώτη να με βάλετε στρέγω δια την αγάπη της πατρίδας μου. Όμως εδώ δουλεύει αδικία· και δεν είναι δικές-σας γνώσες αυτές, ” είναι αλλουνών· και δεν θα πάμεν καλά”. Εγώ το είπα απαθής. Ο φίλος” ” μου ο Αϊντέκ επειράχτη και μο’ ‘κρινε με πολύ φαρμάκι· “‘Ο,τι σας ” λένε αυτό θα κάμετε και γνώμες δεν μπορείτε να δώσετε, ότι η Μπαυαρία (σ.σ.Γερμανοί και τότε!) έχει τριάντα-χιλιάδες μπαγεννέτα (σ.σ.Ραιχενμπαχ;) και φέρνει εδώ και σας υποτάζει.
Τότε βρέθηκα εις θέση δεινή· να μην μιλήσω δεν μπορούσα, ότι αδικιώνταν οι ” αγωνισταί και βραβεύονταν οι κόλακες. Του λέγω· “Δυστυχία μας των καϊμένων!” Κακά και ψυχρά θα πάμεν. Εγώ σου μίλησα αλλοιώς κι’ εσύ μου απαντείς ” διαφορετικά με “μπαγεννέτα”. Σας λέγω ως φίλος να πασκίσετε ” και τον Βασιλέα κ’ εσάς ν’ αγαπούμεν κι’ όχι να σας φοβώμαστε.
Ότι τον κιοτή χίλιες φορές να τον έβρης κιοτή και να τον χτυπάς, πάγει καλά· μια να σε χτυπήση, δεν σε φοβάται πλέον.
Κι’ αυτείνη η πατρίδα δεν λευτερώθη με παραμύθια, λευτερώθη μ’ αίματα και θυσίες· κι’ από αυτά έγινε βασίλειον- κι’ όχι να βραβεύωνται ολοένα οι κόλακες, κ’ οι αγωνισταί ν’ αδικιώνται. Ότι όταν σκοτώνονταν οι αγωνισταί, αυτείνοι κοιμώνταν.
Κι’ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας.
Να ‘ρθη ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυο μου μάτια.
Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει· αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να ‘χω, στραβός θα να είμαι. Ότι σ’ αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπόν να πάγω αλλού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου