Αλήθεια, πώς θα σας φαινόταν μια Ευρωζώνη χωρίς σχεδόν... κανένα κράτος-μέλος και οπωσδήποτε χωρίς τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία;
Σας φαίνεται εντελώς παρανοϊκό και αποκύημα παραληρηματικής φαντασίας! Αυτό θα ήταν, όμως, το αποτέλεσμα που θα προέκυπτε, αν παίρναμε τα στοιχεία για το έλλειμμα του προϋπολογισμού και το δημόσιο χρέος των δεκαεφτά χωρών της Ευρωζώνης για το 2010, που δημοσιοποίησε την περασμένη εβδομάδα η Eurostat, η στατιστική υπηρεσία της ΕΕ, και εφαρμόζαμε αυστηρά τα κριτήρια του Μάαστριχτ, εντάσσοντας στην Ευρωζώνη μόνο εκείνες από τις δεκαεφτά χώρες που έχουν έλλειμμα κάτω από 3% και δημόσιο χρέος κάτω από 60% του ΑΕΠ!
Τα αποτελέσματα θα ήταν διασκεδαστικά. Η Ευρωζώνη θα έπαυε να συμπεριλαμβάνει τρια κόσια σαράντα εκατομμύρια Ευρωπαίους και το ευρώ θα το χρησιμοποιούσαν πλέον... εφτά εκατομμύρια κάτοικοι της Γηραιάς Ηπείρου ως εθνικό τους νόμισμα! Τα υπόλοιπα τριακόσια τριάντα τρία εκατομμύρια θα ήταν υποχρεωμένα να το εγκαταλείψουν!
Μόνο πεντακόσιες χιλιάδες Λουξεμβουργιανοί, περίπου 1,3 εκατομμύρια Εσθονοί και 5,3 εκατομμύρια Φινλανδοί θα συναποτελούσαν πλέον τον πληθυσμό της «νέας» Ευρωζώνης, γιατί μόνο αυτές οι τρεις εκ των δεκαεφτά χωρών της σημερινής Ευρωζώνης έχουν χρέος κάτω του 60% και έλλειμμα μικρότερο από το 3% του ΑΕΠ.
Οι υπόλοιπες δεκατέσσερις από τις δεκαεφτά χώρες θα απορρίπτονταν πανηγυρικά, διότι το έλλειμμά τους υπερβαίνει το 3%. Μάλιστα, οι δώδεκα από τις δεκαεφτά απορρίπτονται, γιατί δεν πιάνουν ούτε το δεύτερο κριτήριο, καθώς και το χρέος τους υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ.
Εξίσου πανηγυρικά απορρίπτεται και η Γαλλία, με έλλειμμα 7% και δημόσιο χρέος 81,7%, όπως βεβαίως και η Ιταλία, με δημόσιο χρέος στο 119% του ΑΕΠ και έλλειμμα στο 4,6%.
Πέρα από τις επιμέρους χώρες, μόνο σαρκαστικά σχόλια επισύρει το γεγονός ότι συνολικά η σημερινή Ευρωζώνη αποτυγχάνει παταγωδώς να εκπληρώσει τα κριτήρια... εισόδου σε αυτή: Το συνολικό έλλειμμα των δεκαεφτά χωρών της ανέρχεται στο 6% του ΑΕΠ της, στο διπλάσιο, δηλαδή, του ανώτατου επιτρεπόμενου 3%, ενώ το δημόσιο χρέος της ανέρχεται στο 85,1% του ΑΕΠ της, έναντι του επιτρεπτού 60%!
Ο παραλογισμός των κριτηρίων
Δεν αναφέραμε, προφανώς, τα ανωτέρω στοιχεία μόνο για να διασκεδάσουμε, αλλά και για να οδηγηθούμε σε ορισμένα πολιτικά συμπεράσματα.
Το πρώτο από αυτά είναι ο παραλογισμός και η αυθαιρεσία των κριτηρίων του Μάαστριχτ – 3% για το έλλειμμα και 60% για το δημόσιο χρέος.
Τι αληθινό οικονομικό νόημα έχουν οι αριθμοί αυτοί, όταν όλες ουσιαστικά οι χώρες της Ευρωζώνης τούς παραβιάζουν; Προφανώς, απολύτως κανένα ουσιαστικό νόημα, πέραν του συμβολικού.
Το θέμα δεν σταματά εδώ. Γιατί μια χώρα να έχει οπωσδήποτε δημόσιο χρέος κάτω του 60%, όταν η ίδια η Γερμανία έχει 83,2% και, βεβαίως, όλοι αναγνωρίζουν ότι αυτό το «υπερβολικό», κατά τα κριτήρια του Μάαστριχτ, χρέος καθόλου δεν την εμποδίζει να είναι η οικονομικά –και πολιτικά, βεβαίως– ηγεμονική δύναμη της Ευρώπης;
Είναι εξόφθαλμο ότι απολύτως κανένας οικονομικός λόγος ουσίας δεν επιβάλλει το χρέος να είναι κάτω του 60% του ΑΕΠ. Πρόκειται για ένα αυθαίρετο όριο και τίποτα παραπάνω. Απλώς διευκολύνει το Βερολίνο να επιβάλλει την πολιτική του στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, αξιοποιώντας αυτό το αυθαίρετο νούμερο, το οποίο, φυσικά, ουδόλως αισθάνονται οι Γερμανοί ότι δεσμεύει έστω και κατ’ ελάχιστο τους ίδιους.
Μάλιστα, είναι αποκαλυπτική της ουσίας του πράγματος η σύμπτωση του ότι η πολιτικοοικονομική επιρροή της Γερμανίας αυξήθηκε κατακόρυφα στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 2010, τη στιγμή που το δημόσιο χρέος της σημείωσε τη χρονιά αυτή τη μεγαλύτερη αύξηση που έχει σημειώσει ποτέ στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας: Αυξήθηκε μέσα σε ένα χρόνο κατά 18% του ΑΕΠ ή 305 δις ευρώ – σχεδόν όσο είναι, δηλαδή, το σύνολο του δημόσιου χρέους της Ελλάδας!
Το γερμανικό δημόσιο χρέος ξεπέρασε τα 2,1 τρις ευρώ, με αποτέλεσμα στις 31 Δεκεμβρίου του 2010 σε κάθε Γερμανό πολίτη να αντιστοιχούν 24.450 ευρώ δημόσιου χρέους, έναντι 20.698 ευρώ που του αντιστοιχούσαν μόλις ένα χρόνο νωρίτερα, στις 31 Δεκεμβρίου του 2009.
Το 2010, δηλαδή, η Γερμανία χρεωνόταν πάνω από 800 εκατ. ευρώ την ημέρα!
Έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας
Μελετώντας κανείς τις οικονομικές επιδόσεις των χωρών-μελών της ΕΕ και της Ευρωζώνης, όπως αυτές αποτυπώνονται στους πίνακες της Eurostat, αντιλαμβάνεται πλήρως και με μαθηματικό τρόπο πόσο προκλητικά τα στοιχεία αυτά αξιοποιούνται επιλεκτικά έναντι κάθε χώρας, ανάλογα με το πολιτικό της «βάρος» αλλά και το σθένος της πολιτικής ηγεσίας της.
Γιατί τα αγγλικά κρατικά ομόλογα θεωρούνται «διαμάντια» ποιότητας «ΑΑΑ» και τα αντίστοιχα ελληνικά «σκουπίδια», όταν το αγγλικό έλλειμμα για το 2010 ήταν 10,4% του ΑΕΠ και το ελληνικό 10,5%;
Οι Βρετανοί δεν έχουν δημόσιο χρέος, μπορεί να πει κανείς. Λάθος. Δεν είχαν όντως ανάλογο χρέος το 2007 – βρισκόταν μόλις στο 44,5% του ΑΕΠ τους. Έκτοτε, όμως, άρχισε να καλπάζει σαν τρελό: 10 εκατοστιαίες μονάδες πάνω το 2008, άλλες 15 μονάδες το 2009, άλλες 10 μονάδες το 2010 και να το ήδη στο 80%, με ΑΕΠ με προοπτική να ξεπεράσει το 90% το 2011!
Σε τι διαφέρει, δηλαδή, το 9,2% του ελλείμματος της Ισπανίας από το 10,5% του ελληνικού; Για μία μονάδα γίνεται όλη η φασαρία; Ποιον κοροϊδεύουν;
Η ουσία είναι ότι οι Γερμανοί και οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών βρίσκουν και τα κάνουν τόσο στην περίπτωση της ταπείνωσης της Ελλάδας όσο και σε περιπτώσεις άλλων χωρών.
Το πρώτο και καθοριστικό κριτήριο για το αν θα επιδείξουν αυστηρότητα, διαλλακτικότητα ή υποταγή είναι, φυσικά, το πολιτικό βάρος της κάθε χώρας. Σιγά μην τολμήσουν ο Φινλανδός Όλι Ρεν ή ο Βέλγος Χέρμαν βαν Ρομπέι να βγάλουν γλώσσα στους Γερμανούς! Τους την έκοψε επιτόπου η Μέρκελ!
Το δεύτερο, όμως, έχει να κάνει με την εθνική αξιοπρέπεια ή την εθελοδουλεία της κάθε κυβέρνησης των λιγότερο ισχυρών κρατών της ΕΕ. Αν, δηλαδή, προβάλλει αντίσταση σε αυθαίρετες απαιτήσεις του Βερολίνου και των Βρυξελλών και διεκδικεί μαχητικά την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων ή αν σκύβει υποτακτικά το κεφάλι σε κάθε εντολή και προσπαθεί να την εφαρμόσει, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που έχει αυτή στο λαό της.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο πάσχει η Ελλάδα: Στερείται πολιτικής ηγεσίας με σθένος και βούληση να υπερασπιστεί ύψιστα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της χώρας.
Λείπει η βούληση για αγώνα
Δυνατότητα διεκδίκησης πολύ καλύτερων ρυθμίσεων για τη χώρα μας υπάρχει. Η δύσκολη ελληνική οικονομική κατάσταση εντάσσεται στο πλαίσιο μιας εξίσου δύσκολης πανευρωπαϊκής οικονομικής κατάστασης.
Αποτελεί γελοιότητα ο ισχυρισμός της κυβέρνησης και των ξένων επικυρίαρχων ότι πρέπει να ληφθούν νέα αντιλαϊκά μέτρα, επειδή το ελληνικό έλλειμμα έπεσε στο 10,5 του ΑΕΠ, αντί του προβλεπόμενου 9,6%, όταν οι... είκοσι δύο εκ των είκοσι εφτά χωρών της ΕΕ υπερβαίνουν το ανώτατο όριο του 3%. Το ίδιο και όταν οι δώδεκα από τις δεκαεφτά χώρες της Ευρωζώνης έχουν δημόσιο χρέος που υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ.
Σε αυτό το πανευρωπαϊκό πλαίσιο, καμία σοβαρή ελληνική κυβέρνηση δεν θα δεχόταν την επιβολή τέτοιων μέτρων σαν αυτά που έλαβε η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου εναντίον του ελληνικού λαού, με πρόσχημα το υψηλό έλλειμμα και το χρέος. Θα πρόβαλλε τα οικονομικά στοιχεία και των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης και της ΕΕ, ούτως ώστε να ζητήσει πολύ καλύτερη μεταχείριση, αρνούμενη ούτως ή άλλως την πολιτική εθνικής υποτέλειας και ταπείνωσης που επέλεξε ο Γ. Παπανδρέου.
Μια πολιτική που συστηματικά βυθίζει την Ελλάδα όλο και βαθύτερα στην άβυσσο μιας αναπότρεπτης χρεοκοπίας, υπό όρους που θα καθορίσουν οι ξένοι επικυρίαρχοι...
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 5/5/11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου