Η
έγκυος θεά Λητώ επισκέφθηκε στην περιπλάνησή της όλα τα βουνά και τα νησιά της
Ελλάδος για να την δεχτούν, από την Κρήτη ως την Ρήνεια, που βρίσκεται απέναντι από τη Δήλο. Όλοι φοβήθηκαν να δεχτούν τον ισχυρό θεό που θα γεννιόταν.
Τα άλλα
μέρη ήταν πλουσιότερα από το μικρό, άγονο πετρονήσι, τη Δήλο, όπου πήγε η Λητώ. Η
θεά υποσχέθηκε στο νησί πλούτο που θα έφερναν οι πιστοί του Απόλλωνα απ’ όλο
τον κόσμο. Το νησί χάρηκε και απάντησε φιλικά, αλλά όχι και χωρίς φόβο. Είχε
ακούσει πως ο Απόλλων θα είναι ένας ανένδοτος θεός, ένας μεγάλος Κύριος ανάμεσα
σ’ αθανάτους και θνητούς. Γι’ αυτό φοβήθηκε πολύ.
Σκέφτηκε πως αυτός ο θεός, τη
στιγμή που θα αντίκριζε τον ήλιο, θα περιφρονούσε το ξερό βραχονήσι και με το
πόδι του θα το βύθιζε στην θάλασσα. Το νησί δεν θα το κατοικούσαν άνθρωποι, αλλά
πολύποδες και μαύρες φώκιες. Μετά ο Απόλλωνας θα έφευγε για άλλο μέρος.
Η Λητώ έπρεπε να ορκιστεί ότι θα έχτιζε στη Δήλο τον
πρώτο της ναό. Η θεά έδωσε τον όρκο στο όνομα της Στυγός και παραδόθηκε στους
πόνους του τοκετού. Εννιά μέρες και εννιά νύχτες βασανιζόταν ανυπόφορα, τόσο που
δεν το περίμενε. Όλες οι θεές ήρθανε κοντά της, ιδού τα ονόματα των πιο
περίφημων : Διώνη, Ρέα, Θέμις, η θεά της θάλασσας Αμφιτρίτη και όλες οι άλλες, εκτός
της Ήρας. Αυτή κράτησε μαζί της και την θεά-μαμή Ειλείθυια πίσω στα χρυσά
σύννεφα του Ολύμπου, για να μην καταλάβει τι συμβαίνει στην Δήλο.
Οι παρούσες θεές
στείλανε την αγγελιοφόρο Ίριν να πάει να φέρει την Ειλείθυια. Για την
εξυπηρέτησή της υποσχεθήκανε ένα περιδέραιο εννιά πήχες μακρύ. Έτσι έπεισε η μια
θεά την άλλη και τελικά ήρθαν πετώντας και οι δυο σαν δυο τρυγόνια. Τη στιγμή
που η Ειλείθυια πατούσε το πόδι της στην Δήλο, έφτασε η στιγμή της γέννας. Με τα
δυο της χέρια η Λητώ έπιασε το φοίνικα που φύτρωνε εκεί και γονάτισε πάνω στο
τρυφερό γρασίδι. Η γή γελούσε κάτω στα πόδια της, ο θεός πήδηξε πάνω και οι θεές
ξεφωνίσανε. Λούσανε το παιδί σε ξάστερο νερό και το ξαπλώσανε σε σπάργανα από άσπρο πανί. Η πλεγμένη ταινία γύρω στα σπάργανα ήταν χρυσή.
Η μάνα δεν έθρεψε
το παιδί. Η Θέμις του έδωσε νέκταρ και αμβροσία. Όταν όμως τράφηκε με την αθάνατη
τροφή, δεν το συγκρατούσαν πια οι φασκιές. Τα σπάργανα φύγανε και ο Φοίβος
Απόλλωνας είπε "Καλύτερο θα μου ήτανε η λύρα και το τόξο! Θα φανερώσω με
τους χρησμούς μου την αμετάκλητη θέληση του Διός!" οι θεές μείνανε
κατάπληκτες, η Δήλος έλαμψε ολόχρυση και όλο το νησί άνθησε. Μαθαίνουμε πως
μοσχοβολούσε τότε ολόκληρη η Δήλος και πως οι κύκνοι τραγουδούσαν κάνοντας επτά
γύρους πάνω από το νησί, όταν η Λητώ ξάπλωσε με τους πόνους της γέννας. Στον
όγδοο γύρο δεν τραγουδού-σαν πια, γιατί ο θεός ξεπήδησε μπροστά τους και οι
δήλιες Νύμφες τραγούδη-σαν το ιερό τραγούδι της Ειλείθυιας. Ο ουρανός αντήχησε
τόσο, που και η Ήρα συγκινήθηκε, γιατί ο Ζευς της αφαίρεσε το θυμό. Τα θεμέλια της
Δήλου γίναν χρυσά και όλη την ημέρα η στρογγυλή λίμνη του νησιού χρύσιζε. Τα
φύλλα της ελιάς γίνανε από έξω χρυσά, γιατί αυτό το δέντρο μεγάλωνε στο νησί
όπως και ο φοίνικας. Λέγανε μάλιστα πως και στην ελιά στηρίχτηκε η Λητώ όταν
γεννούσε.
Το ποτάμι Ίνωπος πλημμύρισε από το χρυσάφι. Στην
συνέχεια μαθαίνουμε πως ένας κόκορας παρευρισκόταν στη γέννηση του θεού, το
πουλί που πέφτει σε έκσταση και χορεύει όταν βγαίνει το φεγγάρι, αυτό τουλάχιστον
λέγανε.
Αλλά οπωσδήποτε προαναγγέλλει την ανατολή του ήλιου. Από τότε έμεινε το
αγαπημένο πουλί της Λητούς, όπως ήταν και της Παλλάδος Αθηνάς.
ΠΗΓΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΕΟΕ ΙΟΥΛΙΟΣ ΒΕΡΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου